Γιορτάστηκε ο Προφήτης Ηλίας

ProfitisIlias2014-13

Κατά το διήμερο 19 και 20 Ιουλίου εορτάστηκε η μνήμη του Προφήτου Ηλία. Ο Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων το εσπέρας χοροστάτησε στον πανηγυρίζοντα ιερό ναό Προφήτη Ηλία στο Ξηρολίβαδο, ενώ την κυριώνημη ημέρα λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα ιερό ναό Ζερβοχωρίου.

Η ομλία του σεβασμιωτάτου κατά τη θεία λειτουργία.

«Ἰδού μακαρίζομεν τούς ὑπομένοντας· τήν ὑπομονήν Ἰώβ ἠκού­σατε καί τό τέλος Κυ­ρίου οἴδατε».

Τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλη­σία μας, ἀδελφοί μου, τόν προφήτη Ἠλία, μία ἀπό τίς σημαντικό­τε­ρες μορφές ὄχι μόνο τῆς Πα­λαιᾶς ἀλλά καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Διότι ὁ προφήτης Ἠλίας, πα­ρότι ἔζησε δέκα σχε­δόν αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἔ­λευση τοῦ Χρι­στοῦ, ἡ πα­ρουσία του εἶναι ἐμ­φανής καί στήν Καινή Διαθήκη, μέ κυ­ρι­ό­τερη στιγμή αὐτή τῆς Με­τα­μορφώσεως τοῦ Κυ­ρίου στό ὄρος Θαβώρ.

Καί καθώς ὁ Χριστός δήλωσε κατηγορημα­τι­κά ὅτι δέν ἦλθε γιά νά καταλύσει τούς νόμους καί τούς προφῆτες, ἀλ­λά γιά νά τούς συμ­πλη­ρώσει, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ καί προ­βάλ­λει τούς προφῆτες, ὡς πρό­τυπα μα­κροθυμίας καί ὑπο­­μο­νῆς, ὅπως ἀκού­σαμε πρό ὀλίγου στό ἀπο­στο­λικό ἀνάγνω­σμα ἀπό τήν ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφο­θέου.

Καί ἕνα τέτοιο παρά­δειγμα ὑπομονῆς μᾶς δί­δει μέ τή ζωή του καί ὁ προφήτης Ἠλίας, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε τούς διωγμούς τοῦ ἀσεβοῦς βασιλέως Ἀχαάβ καί τῆς συζύγου του, λόγω τῆς πίστεώς του στόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά καί τήν τριετῆ ἀπόλυτη μό­νω­ση σέ μία σπηλιά στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδά­νη κατά τήν περίοδο τῆς ξηρασίας τοῦ Ἰσρα­ήλ.

Μπορεῖ ὅμως κάποιος νά διερωτηθεῖ ἄν εἶναι τόσο σπουδαία ἀρετή ἡ ὑπακοή, ὥστε νά ἀξίζει νά προ­βάλ­λεται καί νά ἐγ­κω­μιάζεται ὁ προ­­φή­της Ἠλίας γι᾽ αὐτήν καί ὄχι γιά κάποια ἄλ­λη ἀρε­­τή, ἀπό αὐτές πού ἐμεῖς θεωροῦμε σπου­­δαῖες.

Καί μπορεῖ, ἀδελφοί μου, ἡ ἀπορία νά εἶναι δι­καιολογημένη, ἡ ἀ­πά­ν­τηση ὅμως εἶναι ἁπλῆ καί σαφής. Ἡ ὑπομονή εἶναι ὄντως μεγάλη καί σπουδαία ἀρετή, γιατί προϋπο­θέ­τει καί ἄλλες ἀρετές. Προϋποθέτει τήν ταπείνωση, προϋ­πο­­­θέτει τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα στόν Θεό, προϋποθέτει τήν πραό­τητα καί τή μακρο­θυ­μία, προϋποθέτει τήν ἀγάπη. Ὁ ἐγωιστής δέν μπορεῖ νά ὑπομείνει τό πα­ραμικρό, γιατί πι­στεύει ὅτι ἀδικεῖται, ὅτι ὑποτιμᾶται, ὅτι αὐτό πού τοῦ συμβαίνει δέν ταιριάζει μέ τή δῆθεν ἀξία τῆς προσωπικό­τη­τός του. Ὅποιος δέν ἔχει πίστη καί ἐλπίδα στόν Θεό, δέν μπορεῖ νά ὑπομέ­νει, γιατί δέν βρί­σκει λό­γο γιά τόν ὁποῖο πρέ­πει νά ὑπομένει, για­­τί δέν μπορεῖ νά κα­τα­­νοή­σει ὅτι τά πάντα στή ζωή μας εἶναι μέσα στό σχέ­διο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία μας, καί ὅτι αὐ­τά πού μᾶς φαίνο­ν­ται δυ­σά­ρεστα ἤ ἐπώδυ­να ἤ λυπηρά, μπορεῖ νά εἶ­ναι αἰτία μεγάλης πνευ­ματικῆς ὠφελείας. Ὅποιος δέν εἶναι πρᾶ­ος, ἐκνευρίζεται καί ὀρ­­­­­γίζεται μέ τήν πρώτη δυσκολία, ἀντιδρᾶ καί δέν θέλει νά περιμένει, ὅπως καί ἐκεῖνος πού δέν ἔχει ἀγάπη πρός τούς ἀνθρώπους ὀρ­γί­ζε­­ται ἐναντίον τους γιά ὅποιο πρόβλημα προκύ­ψει καί τούς θεωρεῖ ὑπεύθυνους.

Ἀντίθετα, ὅποιος ὑπο­μένει στίς δυσκο­λίες καί τίς ἀντιξοότητες πού συναντᾶ, ἔχει, ἀ­δελ­φοί μου, διπλό ὄ­φε­λος: ἀφενός ἀσκεῖ­ται σέ ὅλες τίς ἀρετές πού προ­­ανέφερα καί προ­ά­γε­ται πνευματικά καί ἀφετέρου λαμβάνει ἀπό τόν Θεό καί τόν μισθό τῆς ὑπομονῆς του πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

Διότι ἡ σωτηρία δέν εἶ­­­ναι κάτι πού ἐπιτυγ­χά­νεται ἀπό τή μία ἡ­μέ­ρα στήν ἄλλη, δέν εἶ­ναι κάτι πού μπορεῖ νά τό κα­τακτήσει ὁ ἄν­θρω­πος χωρίς προσ­πά­θεια καί κόπο. Ἡ σω­τη­ρία τῆς ψυ­χῆς μας, ἀλ­λά καί αὐτή ἀκόμη ἡ καθημε­ρι­νότητά μας ἀπαιτεῖ διαρκῆ προσπά­θεια καί ἀγώνα· καί προ­σπάθεια καί ἀγώνας χωρίς ὑπο­μονή δέν ὑπάρ­χει, διότι διαφορε­τικά σύν­τομα ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγ­κα­τα­λείπει χωρίς νά φθά­σει στό τέ­λος καί νά ἐπιτύ­χει τόν σκοπό του.

Ἀντίθετα ὅποιος μπο­ρεῖ νά ὑπομένει, φθάνει καί στό τέλος τοῦ δρό­μου πού ἔχει χαράξει. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς διαβεβαιώ­νει ὅτι «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτή­σα­σθαι τάς ψυ­­χάς ὑμῶν». Μέ τήν ὑπομονή σας θά κερδί­σετε τίς ψυχές σας, θά κερδίσετε τή σω­­τηρία σας.

Μέ αὐτή τήν ὑπο­μο­νή, τήν ὑπομονή τοῦ προ­φή­του Ἠλιού, τήν ὑπο­μονή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκ­κλησίας μας, ἄς προ­σ­παθήσουμε καί ἐ­μεῖς νά πορευθοῦμε στή ζωή μας, καί τήν ἐγκό­σμια καί τήν πνευ­ματι­κή, ὅπως μᾶς συ­στή­νει καί ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος λέ­γοντας, «δι᾽ ὑπο­μο­νῆς τρέχωμεν τόν προ­κείμενον ἡμῖν ἀγῶ­να ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τε­λειωτήν Ἰησοῦν», ὑπο­μένοντας, δηλαδή, ὅποια δυσκολία, θλίψη, πειρασμό, ἀδικία ἤ ἀν­τιξοότητα συναντή­σου­με στή ζωή μας μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὅλα αὐ­τά μᾶς βοηθοῦν νά αὐ­ξήσουμε τήν ὑπομο­νή μας καί μέσω αὐτῆς τήν πίστη μας καί τήν ἐλ­πίδα μας στόν Θεό, γιά νά ἀξιω­θοῦμε καί τοῦ βραβείου τῆς ὑπομο­νῆς μας, δηλαδή τή σωτη­ρία τῆς ψυχῆς μας.