Rebate - Clawback: καλές προθέσεις, κακό αποτέλεσμα

Του Μιχάλη Παπαδογιαννάκη*

Το rebate και το clawback είναι δύο έννοιες που υιοθετήθηκαν από το υπουργείο Υγείας, με κύριο σκοπό τον περιορισμό των κρατικών δαπανών υγείας. Πίσω από αυτές τις έννοιες όμως, κρύβονται μεγάλες αλλαγές αλλά και ανωμαλίες στον κλάδο.

Το rebate, ως έννοια, μπορεί να ταυτιστεί με την έκπτωση επί του τζίρου που κάνουν οι εμπορικές εταιρείες στους προμηθευτές τους.

Στην ουσία, ο ΕΟΠΥΥ επιβάλλει να του γίνουν εκπτώσεις επί του ποσού που τιμολογούν οι πάροχοι υγείας (π.χ. κλινικές, διαγνωστικά κέντρα, μονάδες αιμοκάθαρσης κ.λπ.) βάσει ενός κλιμακούμενου ποσοστού. Από την άλλη, το clawback αναφέρεται στην επιστροφή του ποσού εκείνου που υπερβαίνει, μηνιαίως, τις προϋπολογισμένες δαπάνες υγείας.

Διαβάζοντας τα παραπάνω, οποιοσδήποτε λογικός πολίτης θα χαιρέτιζε μια τέτοια κίνηση. Εντούτοις, το θέμα αυτό δεν έχει μια μόνο οπτική γωνία.

Ο υπολογισμός του rebate θα γίνει επί του τιμολογηθέντος από τον πάροχο (π.χ. κλινική) ποσού. Το ποσό όμως αυτό έχει ήδη μεταβληθεί προς τα κάτω, από περικοπές που έγιναν κατά την υποβολή των τιμολογίων στην ηλεκτρονική σελίδα που έχει υποδείξει ο ΕΟΠΥΥ. Οι περικοπές έχουν να κάνουν με λάθη στις χρεώσεις που προέκυψαν ύστερα από αυτοματοποιημένους ελέγχους. Το αποτέλεσμα είναι πως, ενώ οι πάροχοι δεν θα εισπράξουν ένα μεγάλο μέρος των οφειλών του ΕΟΠΥΥ, εφόσον περικόπηκε, θα πρέπει να υπολογισθεί επιστροφή επί του συνολικού ποσού ως rebate και να το αποδώσουν.

Επίσης, κάτι που ισχύει και στο clawback, για το οποίο θα αναφερθώ πιο κάτω, οι επιστροφές όλων αυτών των ποσών υπολογίζονται επί του συνολικού τζίρου. Αυτός ο τζίρος περιλαμβάνει όχι μόνο την παροχή υπηρεσίας από τον πάροχο, αλλά και το κόστος των υλικών και φαρμάκων για τα οποία είναι υποχρεωμένος -με νόμο- να μην επιβαρύνει με δικό του κέρδος. Αρα ο πάροχος θα κληθεί να επιστρέψει και ένα μέρος που αφορά κόστος το οποίο πρέπει να το αποδώσει ούτως ή άλλως στους προμηθευτές.

Το clawback, που έχει τις καταβολές του στον κλάδο των χρηματοοικονομικών, περιλαμβάνεται ως όρος στα συμβόλαια εργαζομένων σε χρηματιστηριακές εταιρείες. Το πρόβλημα είναι πως στον κλάδο υγείας η εφαρμογή του clawback θα έχει αναδρομική ισχύ. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στον κλάδο βρέθηκαν προ τετελεσμένων γεγονότων και καλούνται να αποδεχθούν έναν όρο που θα εφαρμοστεί σε παρελθόντα χρόνο ενώ τους γνωστοποιήθηκε τώρα. Είναι εύκολα κατανοητό πως, σε περίπτωση έγκαιρης γνώσης (δηλαδή αναγραφή όλων των όρων στις συμβάσεις συνεργασίας), η πιθανότητα αποφυγής ή τουλάχιστον περιορισμού της συνεργασίας με τον ΕΟΠΥΥ θα ήταν πολύ ισχυρή. Επιπροσθέτως, οι πάροχοι υγείας που είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ ακολουθούσαν και ακολουθούν μια τιμολογιακή πολιτική που επιβάλλεται από τον ίδιο. Αρα, το αν ξεπερνούν οι δαπάνες τα όρια ενός αυθαίρετα -εκτός των άλλων- καθορισμένου προϋπολογισμού είναι θέμα προσέλευσης ασθενών και όχι ύψους των επιμέρους χρεώσεων. Στην ουσία, θα πρέπει κάθε πάροχος να είναι άμεσα ενημερωμένος για το πότε ο συνολικός τζίρος του κλάδου ξεπέρασε τον προϋπολογισμό, έτσι ώστε να γνωρίζει ότι η επόμενη χρέωση σε ασθενή με κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ θα είναι άνευ εσόδων.

Επομένως, η συγκεκριμένη παροχή υπηρεσίας θα γίνει δωρεάν και έτσι η ιδιωτική κλινική γίνεται αυτομάτως δημόσια. Το πρόβλημα είναι ότι τέτοια ενημέρωση είναι αδύνατον να υπάρξει, οπότε ο πάροχος δεν είναι ούτε σε θέση να γνωρίζει από ποια στιγμή του μήνα και μετά (ο προϋπολογισμός είναι σε μηνιαίους όρους) κρατικοποιείται. Στις αρχές του επόμενου μήνα βέβαια, ξανά ιδιωτικοποιείται.

*Ο κ. Μ. Παπαδογιαννάκης είναι οικονομικός αναλυτής.

Πηγή: www.kathimerini.gr