Νέo Πνεύμα – Βαθιές Ρίζες

thouli 24

Της Θούλης-Χρυσάνθης Σιδηροπούλου

Αδιαμφισβήτητο γεγονός αποτελεί ότι ο αγροτικός τομέας μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. H αποτίμηση του δείκτη συνολικού οφέλους αποτυπώνεται περίπου στο 7% του ΑΕΠ, ετησίως, οδηγώντας παράλληλα στην δημιουργία περισσότερων από 200.000 νέων θέσεων εργασίας.

Μεσούσης της πρωτοφανούς οικονομικής, πολιτικής και ηθικής κρίσης, που αντιμετωπίζουμε, το αγροτικό ζήτημα επανατοποθετείται αναπόφευκτα στην κεντρική θέση του δημόσιου διαλόγου, ως ένα κατ΄ εξοχήν κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα.

Η ελληνική γεωργία συνεχίζει να δείχνει στάσιμη στο τελευταίο σημείο καμπής της, που κατά μεγάλο ποσοστό είναι το αποτέλεσμα των διαρθρωτικών στρεβλώσεων του εθνικού οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου και της κρατικής συγκρότησης της χώρας. Διαρθρωτικές στρεβλώσεις, που μεγεθύνθηκαν από τις κακές πρακτικές του πολιτικού συστήματος και κυρίως από τον τρόπο, που άσκησαν την εξουσία οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις τα τελευταία χρόνια, ξεπερνώντας σε ορισμένες περιπτώσεις και τα όρια ενός αχαλίνωτου λαϊκισμού.

Στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα και παρ΄ όλες τις αδυναμίες, που ανέδειξε επιπλέον η διεθνής οικονομική κρίση το 2008, το ιστορικό ευρωπαϊκό κεκτημένο εμπεριέχει μια ευρύτατη συναίνεση και για την θεμελιώδη σημασία της γεωργίας σε κάθε κράτος-μέλος της Ενωμένης Ευρώπης αλλά και της ανάπτυξης μέχρι της ισοτιμίας της με τους άλλους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, επί κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου, το σύνολο των μέτρων της αγροτικής πολιτικής έχοντας εξαρχής την κοινωνική διάσταση ενσωμάτωναν με την πάροδο του χρόνου και τους περιβαλλοντικούς στόχους ενώ διαρκώς εμπλουτίζονταν με μια ισχυρή διαρθρωτική συνιστώσα, που ήταν η πολιτική για την ανάπτυξη της υπαίθρου.
Μακροχρόνιος αναπτυξιακός σχεδιασμός

Η σημερινή Ευρωπαϊκή ηγεσία, εγκλωβισμένη στα δόγματα της φιλελευθεροποίησης των αγροτικών της πολιτικών δείχνει να διαχειρίζεται την κρίση με την ευθύνη ενός νέο-συντηρητικού γραφειοκράτη. Προκρίνει πάντα την κατανομή των πόρων μέσω της αγοράς από την παρέμβαση του κάθε κράτους-μέλους στην γεωργία. Αφαιρώντας έτσι από τον ευρωπαίο γεωργό-επιχειρηματία το πρωταρχικό του πλεονέκτημα, που είναι η θεμελιώδης ιδιότητα του, αυτή του παραγωγού των τροφίμων για τα μέλη του τόπου του.

Στο ευρωπαϊκό project για την νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, όπου θα συγκλίνουν οι οικονομίες Βορρά-Νότου και θα ελαχιστοποιούνται οι αποκλίσεις τους, χρειαζόμαστε νέες και ρηξικέλευθες προτάσεις με προοδευτικό και δημοκρατικό πρόσημο και πολιτικές με γενναιότητα και ανθρωπιά.

Είναι βέβαιο, ότι η διαρθρωτική προσαρμογή είναι μια δυναμική διαδικασία, που δεν μπορεί να καθοδηγείται μόνον από τα σήματα των αγορών αλλά οφείλει να συνοδεύεται από την σαφή αναβάθμιση της γεωργικής διαρθρωτικής πολιτικής. Για να καταστεί ρεαλιστικά δυνατή η σταθερότητα των γεωργικών εισοδημάτων.

Παρά την πίεση της παγκοσμιοποίησης, που η χώρα μας οφείλει να αντεπεξέλθει και απέναντι στους κάθε είδους νεοσυντηρητικούς δογματισμούς των πιστωτών μας, που λεηλατούν τη ζωή και τα εισοδήματα του λαού μας, το μέλλον μπορεί να είναι βιώσιμο και ασφαλές για τους έλληνες αγρότες και ευοίωνο για την ελληνική γεωργία. Αρκεί να ανατάξουμε έναν ανταγωνιστικό αγροτικό τομέα στη χώρα μας έγκαιρα, αξιόπιστα και με τα κατάλληλα μέτρα.

Να επανακαθορίσουμε την σύγχρονη αναπτυξιακή μας ταυτότητα και να της δώσουμε περιεχόμενο με βάθος μέλλοντος. Ο μακροχρόνιος αναπτυξιακός σχεδιασμός για την γεωργία δεν μπορεί να θυσιαστεί ξανά σε κανέναν βωμό βραχυπρόθεσμων εισπρακτικών λογικών και φορομπηχτικών πολιτικών.

Χρειάζονται νέες δομές και αντιλήψεις, οι οποίες καμία σχέση δεν θα έχουν με τις αποτυχίες του παρελθόντος, την γραφειοκρατική λογική των επιδοτήσεων και την άναρχη παραγωγική διαδικασία ανεξάρτητα από την ζήτηση, τις απαιτήσεις της ποιότητας, συσκευασίας, εμπορίας και προώθησης των αγροτικών αγαθών και υπηρεσιών..

H ελληνική γεωργία, που φιλοδοξεί να είναι διεθνώς ανταγωνιστική, διέπεται από σύγχρονη και σοβαρή επιχειρηματική διάρθρωση της παραγωγής της αλλά κυρίως από την δημοκρατική και δίκαιη διάρθρωση της πολιτικής της. Εξοπλίζεται με διεθνώς περιζήτητα προϊόντα, συμβάλλοντας έτσι καίρια στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του τόπου και του λαού. Ο αγροδιατροφικός τομέας αναδεικνύεται η πρώτη προτεραιότητα στις περισσότερες ελληνικές περιφέρειες. Αυτή είναι η νέα προοπτική για τους νέους αγρότες της χώρας μας.

Το νέο πνεύμα προϋποθέτει και την νέα δυναμική σχέση ανάμεσα στους Νέους Αγρότες και την Ελληνική Γεωργία. Οι βαθιές ρίζες προϋποθέτουν την πιο αυστηρή προσήλωση στην ιδέα και στην πρακτική της Δημοκρατίας. Η κρίση της Ελληνικής Γεωργίας είναι η κρίση της ευημερίας και της ασφάλειάς μας._

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα", στο τεύχος 324, στις 22 Ιανουαρίου 2016.