Η γήρανση του πληθυσμού και οι επιπτώσεις στο Σύστημα Υγείας και τα συστήματα συνταξιοδότησης

gogos

Του Χρήστου Γώγου

Σύμφωνα με όλα τα διαθέσιμα δημογραφικά στοιχεία, ο μέσος όρος ηλικίας ανά την υφήλιο εμφανίζει ανοδικές τάσεις. Τα στοιχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών εκτιμούν το ποσοστό των ηλικιωμένων ανθρώπων επί του συνόλου του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες στο 20%, με τις μελλοντικές τάσεις για τις προσεχείς δεκαετίες να το προσδιορίζουν κοντά στο 25%.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε δεκαετιών, το προσδόκιμο ζωής κατά γέννηση, αυξήθηκε συνολικά κατά σχεδόν 20 χρόνια, από 46,5 χρόνια το 1950 – 1955, σε 66,0 χρόνια το 2000 – 2005. Στα επόμενα 50 χρόνια αναμένεται το προσδόκιμο επιβίωσης, κατά τη γέννηση, να αυξηθεί κατά 10 χρόνια και να φθάσει το 2045-2050, τα 71 έτη ως 82 έτη, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης των χωρών.

Σε ολόκληρο τον κόσμο η ισορροπία νέων/ηλικιωμένων διαταράσσεται, με το ποσοστό των ηλικιωμένων να υπερβαίνει ήδη αυτό των παιδιών, και αναμένεται μέχρι το 2050 να είναι διπλάσιο. Η τάση αυτή τείνει να επιβάλλει βαρύτερες απαιτήσεις του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (με τη μορφή υψηλότερων φόρων και άλλων εισφορών) προκειμένου να διατηρηθεί μια σταθερή ροή ωφελειών για τις ομάδες μεγαλύτερης ηλικίας. Συνθήκη που συνεπάγεται αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά. Αυτά τα δημοσιονομικά ελλείμματα ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τη μελλοντική ισορροπία των συστημάτων συνταξιοδότησης και κοινωνικής προστασίας γενικά, αλλά και τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης. Η αναλογία ηλικιωμένων, από τις χαμηλότερες το 1960 (9,4%), μεταβλήθηκε σημαντικά τις επόμενες δεκαετίες, 1970 (11,1%), 1980 (13,1%), 1990 (13,7%) και 2000 (16,5%), έτσι ώστε στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ού αιώνα η Ελλάδα να κατέχει την τρίτη θέση (18,1%) στην Ευρώπη με πρώτη την Ιταλία (19,4%) και δεύτερη τη Γερμανία (18,6%). Εκτιμήσεις ερευνητών (Παπαδάκης, Κογεβίνας & Τριχόπουλος, 2012) ως προς την αναμενόμενη εξέλιξη του πληθυσμού στη χώρα μας, υπογραμμίζουν τη σημαντική επιδείνωση του δείκτη εξάρτησης (αναλογία μη παραγωγικών ατόμων σε 100 παραγωγικά) εξαιτίας της επιτάχυνσης της γήρανσης. Ο εν λόγω δείκτης για την Ελλάδα, αναμένεται να εμφανίσει μια γνησίως αύξουσα ακολουθία τιμών καθώς η τιμή του αναμένεται να εκτιναχθεί κατά 11,6 ποσοστιαίες μονάδες από 48,14% το 2005 στο 59,2% το 2030. Για να γίνει κατανοητή σε απόλυτα μεγέθη η διάσταση του ζητήματος αναφέρεται ενδεικτικά ότι, η ηλικιακή ομάδα των ατόμων που έχουν διανύσει το 60ο έτος της ηλικίας τους και πάνω, απαριθμούσε 629 εκατομμύρια το 2000. Η ομάδα αυτή, μέχρι το 2050, αναμένεται να απαριθμεί 1.964 εκατομμύρια άτομα, ήτοι αύξηση της τάξεως του 212,2%.

Το φαινόμενο αυτό, συχνά, αντιμετωπίζεται ως κρίση, τόσο από την κοινωνία, όσο και από την επιστημονική κοινότητα. Αντίληψη που εδράζεται στη λανθασμένη πεποίθηση, ότι οι ηλικιωμένοι αποτελούν ένα ποσοστό του πληθυσμού, αντιπαραγωγικό, που καταναλώνει ολοένα και περισσότερες υπηρεσίες, δεδομένης της αυξημένης νοσηρότητάς τους. Παράλληλα ο κοινωνικός αποκλεισμός των ηλικιωμένων από διάφορες δραστηριότητες σε συνδυασμό με την έκπτωση των βιολογικών προστατευτικών μηχανισμών απειλούν την Τρίτη ηλικία με τον επιπολασμό των νοσημάτων φθοράς, τη μεγάλη νοσηρότητα και την αυξημένη ανάγκη νοσοκομειακής, εξωνοσοκομειακής αλλά και φαρμακευτικής φροντίδας και υποστήριξης.

Το εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται, σήμερα, αντιμέτωπο με τρεις σημαντικές προκλήσεις:

1. Καθολική πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας
2. Παροχή ποιοτικών υπηρεσιών
3. Οικονομική βιωσιμότητα

Το ΕΣΥ διαθέτει ένα επαρκές δίκτυο νοσοκομείων (ανεξάρτητα με την ανισοκατανομή) τα οποία όμως καλούνται να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των ηλικιωμένων για περίθαλψη συνυπολογίζοντας κάθε φορά τις οργανικές ιδιαιτερότητες αυτών όπως: συνοσηρότητα, πολυπαθολογία, πολυφαρμακία, αυξημένη πιθανότητα ανικανότητας. Σύμφωνα με ερευνητές (Αντωνακούδης, 2009) το 30% των εισαγωγών στα νοσοκομεία και το 45% των κλινών καταλαμβάνονται από ηλικιωμένους με χρόνια νοσήματα. Η συνοσηρότητα και η πολυπαθολογία αυτών των "εύθραυστων" ασθενών απαιτεί πολυμελή, διεπιστημονική και πολυδιάστατη φροντίδα. Κατ΄ επέκταση η γήρανση του πληθυσμού δημιουργεί προβλήματα χρηματοδότησης σε συστήματα με ήδη περιορισμένους πόρους (οικονομικούς και ανθρώπινους) .

Επειδή θα πρέπει οι άνθρωποι όχι μόνο να ζουν περισσότερο αλλά και να ζουν ποιοτικά απαιτείται η λήψη μέτρων προληπτικών αλλά και κατασταλτικών (αντιμετώπισης). Η λειτουργία γηριατρικών κλινικών, η ενίσχυση της κατ' οίκον νοσηλείας, η έμφαση στην κοινοτική νοσηλευτική καθώς και η τηλεϊατρική είναι μέτρα προς την κατεύθυνση του περιορισμού του κόστους και της αύξησης της αποδοτικότητας των νοσοκομείων.

Ο Γώγος Χρήστος, είναι Φυσικοθεραπευτής Γ.Ν.Ημαθίας Master Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας http://physical-care.blogspot.gr/