Όταν ο Ολυμπιακός απέρριψε τον Μίμη Παπαϊωάννου και μετά… το μετάνιωσε!

Συνιστά μια από τις σπουδαιότερες μορφές του ελληνικού αθλητισμού, ενώ έχει ανακηρυχθεί από τη Διεθνή Υπηρεσία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου ως ο καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα, ξεπερνώντας τον Νίκο Αναστόπουλο και τον Μίμη Δομάζο.

Αποτελεί πολύτιμο κομμάτι της ιστορίας της ΑΕΚ.

Την υπηρέτησε επί 17 συναπτά έτη (1962-1979), κατέκτησε μαζί της πέντε πρωταθλήματα (1963, 1968, 1971, 1978, 1979) και τρία Κύπελλα Ελλάδος (1964, 1966, 1978).

Είναι ο πρώτος σκόρερ της ιστορίας της με 233 γκολ -τα 49 (!) με κεφαλιές- και τρίτος στη μακραίωνη ιστορία της Α’ Εθνικής. Έχει τις περισσότερες συμμετοχές στην Α’ Εθνική με τη φανέλα της Α.Ε.Κ. (480), ενώ έφτασε με τους «κιτρινόμαυρους» στα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1977.

Τέλος, αναδείχθηκε το πρώτο «κανόνι» του ελληνικού πρωταθλήματος το 1964 με 29 γκολ και το 1966 με 24 γκολ.

Ωστόσο, τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά για τον Μίμη Παπαϊωάννου...

Εξ Ημαθίας ορμώμενος, με τις εξαιρετικές εμφανίσεις στην τοπική ομάδα του χωριού Νέα Γενεά Νικομήδειας ξεχώρισε, με αποτέλεσμα αρκετοί υποψήφιοι μνηστήρες να αρχίσουν να βολιδοσκοπούν την περίπτωσή του.

Μέχρι τα 18 του αγωνιζόταν στο τοπικό πρωτάθλημα και ύστερα ήρθε η μετακίνησή του στη νεοσύστατη Βέροια, που είχε δημιουργηθεί από την συγχώνευση του Ερμή και του Βερμίου. Ο 20χρονος φέρελπις επιθετικός γοργά εξελίχθηκε σε μήλον της έριδος και εν τέλει αποφάσισε να ενταχθεί στους «κιτρινόμαυρους».

Σε αυτό το σημείο όμως, αξίζει να πάρει το λόγο ο πρωταγωνιστής, ο οποίος στην αυτοβιογραφία του με τίτλο: «Ραντεβού στον αέρα» αποτυπώνει εύγλωττα το χρονικό της μετακόμισής του στην πρωτεύουσα:

«Επειδή δεν πρέπει να αδικώ τη Θεσσαλονίκη, θα καταγράψω εδώ αυτό που μου συνέβη την πρώτη μου χρονιά στη Βέροια. Οι τρεις από τις τέσσερις ομάδες της ενδιαφέρθηκαν αμέσως για μένα. Πρώτος ο ΠΑΟΚ και στη συνέχεια ο Άρης και ο Απόλλωνας.

Πότε δεν έμαθα γιατί το ενδιαφέρον τους δεν απέφερε καρπούς, αλλά ήμουν πολύ μικρός για να σκέφτομαι τη μετακίνηση. Μόλις είχα αφήσει το χωριό για την πρωτεύουσα του νομού. Φαίνεται ότι πήγα καλά την πρώτη μου χρονιά, γιατί τη δεύτερη περίοδο έφθασαν οι ‘’Αθηναίοι’’ στο γήπεδο της Βέροιας».

«Είσαι καλός παίκτης, αλλά έχεις μόνο αριστερό πόδι»

Ο απεσταλμένος του Ολυμπιακού με παρακολούθησε. Του άρεσα, όμως είχε τη δική του λογική όταν μιλήσαμε:

"Παπαϊωάννου’", μου είπε, "είσαι καλός παίκτης και θα εξελιχθείς, αλλά δεν μπορώ να σε πάρω στον Ολυμπιακό, διότι έχεις μόνο ένα πόδι, το αριστερό, και τέτοιους έχουμε πολλούς στην ομάδα μας". Πείσμωσα, κατάλαβα ότι ο άνθρωπος αυτός είχε μείνει στους τύπους, χωρίς να σκεφθεί καθόλου την ουσία».

Ίσως ο απεσταλμένος των «ερυθρόλευκων» να κατάλαβε το λάθος του έπειτα από λίγα χρόνια… Εν τέλει, ο Παπαϊωάννου κατέληξε στην ΑΕΚ και όπως εξιστορεί σε άλλο σημείο «η μεταγραφή μου στην ΑΕΚ ήταν όνειρο ζωής».

Ορισμένοι κυνηγοί ταλέντων εντόπισαν το «ακατέργαστο διαμάντι» και ενημέρωσαν τον Τρύφωνα Τζανετή, τότε προπονητή στη Νέα Φιλαδέλφεια.

Ο διορατικός τεχνικός τον παρακολούθησε από κοντά, πείστηκε για τις ικανότητες του και έδωσε το «πράσινο φως» για να υπογράψει στην ομάδα. Ύστερα από ένα ανελέητο μπρα ντε φερ μεταξύ των δύο Δικεφάλων (ΑΕΚ και ΠΑΟΚ) ο περί ου ο λόγος ντύθηκε στα κιτρινόμαυρα.

Πάντως, ενδεικτικό της διακαούς επιθυμίας των Θεσσαλονικέων να τον αρπάξουν μέσα από τα χέρια της αντιπάλου είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τις τότε μαρτυρίες οι διοικούντες προσέφεραν 60.000 δραχμές στη Βέροια.

Εντούτοις η «Βασίλισσα του Βορρά» αξίωσε 80.000 και κάπως έτσι χάλασε ο… γάμος και κατέληξε στον έτερο Δικέφαλο, αυτόν της Αθήνας. Λίγο πριν παρουσιαστεί στο στρατό υπέγραψε συμβόλαιο στην «Ένωση» για 175.000 δραχμές. Από εκεί και πέρα, είναι γνωστά όσα ακολούθησαν.

Μάλιστα, θαρρείς σαν ένα παιχνίδι της μοίρας, έλαχε να αποτελεί τον πρώτο σκόρερ της ΑΕΚ στους αγώνες εναντίον του Ολυμπιακού, με απολογισμό 14 γκολ.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το στοιχείο ότι στη Νέα Φιλαδέλφεια σκόραρε μονάχα τα 5 από τα συνολικά 14.

Μάλιστα, αξίζει αναφοράς ότι βρήκε δίχτυα σε 12 ντέρμπι και σε κανένα εξ αυτών δεν έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι. Μέτρησε επτά νίκες και πέντε ισοπαλίες. Τυχαίο;

Πηγή: http://www.sport-fm.gr/ - Επιμέλεια: Παναγιώτης Ιωάννου